Φευγώ;

Γιατί μένω μόνη τη νύχτα κι αφήνω το φόβο να μπει;
Έχω εχθρό μου τη μέρα, τη σιωπή αδερφή.
Όσοι κι αν με πλησιάσουν ένα τοίχο θα βρούν
Ένα αγρίμι κλεισμένο σε κλουβί του μυαλού.

Ποιος μου λέει να μη φύγω; Γιατί μένω εδώ;
Τι ζητάω να κερδίσω; Σε ποιο αστέρι μιλώ;
Μοναχή μου προσμένω, τι δεν ξέρω κι εγώ…
Μα δε φεύγω… γαμώτο! Μένω εδώ να πονώ…

Είναι η πόρτα ανοιγμένη, κι εγώ στέκομαι εδώ…
σαστισμένη και τρέμω τι απ’ την άλλη θα βρω.
Κι αν δε θέλω να μάθω; Το παλτό μου φορώ.
Κοντοστέκομαι πάλι, το χερούλι κοιτώ.

Ένα βήμα εμπρός μου είναι αυτά που ζητώ.
Μα εγώ μένω κλεισμένη σ’ ένα κάστρο λευκό.
Κάθε μέρα το χτίζω, τις βραδιές το χαλώ.
Μα σαν έρθει η μέρα, ξημερώσει ξανά
θα με βρει να παλεύω στα χαλάσματα.
Δεν ανοίγω την πόρτα, δε θα φύγω από δω
Τη φυλακή που με πνίγει την έχω φτιάξει εγώ.